Ιστορικά στοιχεία
Καρναβαλικές γιορτές πρωτοπαρουσιάζονται στη περιοχή γύρω στο 1650, με τη μορφή των “ρογκατζαρίων”, τα οποία διαρκούσαν ένα δωδεκαήμερο.Η κυριότερη αμφίεση των Ρογκατζιαρίων στην Κοζάνη ήταν της δυάδας των Κωδωνοφόρων.
Αυτοί πάνω από ψάθινη πανοπλία και θώρακα, κρεμούσαν στα στήθη και στις πλάτες τους κουδούνια και κυπριά ογκωδέστατα. Στο πρόσωπό τους φορούσαν προσωπίδα με μορφή γοργόνας, που προκαλούσε τον τρόμο σ’ όσους την αντίκρυζαν. Και στο δεξί χέρι κρατούσαν για όπλο ένα δρεπανοειδές σφυρί το (Κλιούγκι). Τους Κωδωνοφόρους συνόδευε μεγάλη παρέα μεταμφιεσμένων. Από τα βαθιά χαράματα της Πρωτοχρονιάς και μέχρι τέλους της λειτουργίας έξω από το Δημαρχείο χτυπούσαν τα κυπροκούδουνά τους δαιμονιωδώς ενώ πλήθος κόσμου συγκεντρώνονταν για να απολαύσουν το θέαμα.
Όταν δύο παρέες Κωδωνοφόρων συναντιούνταν σε στενό δρόμο, έπρεπε κάποια να υποχωρήσει για να περάσει η άλλη, γιατί αλλιώς θα συγκρούονταν. Όποια παρέα θεωρούσε τον εαυτόν της ανίσχυρον υποχωρούσε και υποχρεόνονταν να περάσει από την αψίδα που σχηματίζονταν από τους Κωδωνοφόρους της ισχυρότερης παρέας με τα σφυριά τους πράγμα το οποίο εθεωρούνταν σημείον υποταγής των μεν εις τους δε. Πολλές φορές για λυθεί το ζήτημα κατέφευγαν στα σφυριά και η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Αποτέλεσμα μιάς τέτοιας σύγκρουσης γύρω στα 1860 ήταν να αλληλοσκοτωθούν δύο αδέρφια, της Μπήλιως τα παιδιά, γιατί μεταμφιεσμένοι όπως ήταν δεν γνώριζαν ο ένας τον άλλον. Πήγαν και τους έθαψαν στη θέση που φέρει το όνομα “της Μπήλιως τα νημόρια” (πλατεία 25ης Μαρτίου). Αλλά από τότε οι τουρκικές αρχές με παρέμβαση των προεστών απαγόρευσαν τις εκδηλώσεις αυτές.
Ξανάρχισαν μετά το 1890, γιατί ο κόσμος ζητούσε ψυχαγωγία . Τότε φαίνεται ότι έγιναν οι ενέργειες από τους Προύχοντες της Κοζάνης στο Μοναστήρι (τα Μπιτόλια) για να αρθεί η απαγόρευση και ήρθε από τον Βαλή η απάντηση “Μπιτούν Κοζαναράλ έξ Μασκαρά Οσλούν” δηλαδη αφού το θέλουν άς “γίνουν όλοι οι Κοζανίτες Μασκαράδες” Αλλά δεν εμφανίστηκαν πια στις γιορτές του Δωδεκαημέρου σαν “Ρογκατζιάρια”, παρά στις Αποκριές και με την ονομασία “Καρναβάλια”.
Σαν έφεγγε καλά η μέρα, έσβηναν το Φανό. Μάζευαν τη στάχτη και πήγαιναν και τη σκορπούσαν στο βιό τους (στα χωράφια και τα αμπέλια), να καρπίσουν και να αυγατίσει η σοδειά. Σημάδι πως πολλές από τις γιορτές των Αρχαίων Ελλήνων, διατηρούνται ακόμα και σήμερα από τον Ελληνικό λαό, σαν συνέχεια εκείνων κι ας λένε μερικοί λαογράφοι και προ παντός ιστοριογράφοι, πως ο σημερινός Ελληνισμός δεν έχει τη ρίζα του στον παλιό, μα είναι παρακλάδι από ένα γιγαντόσωμο δεντρί.
___,____,____,___
Kοζανίτικη Αποκριά – Ένας αιώνας άρματα
Το έθιμο του Βασιλιά Καρνάβαλου και της Παρέλασης μεταφέρθηκε στην Ελλάδα από την Ιταλία και κυρίως από τη Βενετία, μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, και γινόταν με εξαιρετική λαμπρότητα αρχικά μόνο στην Αθήνα και την Επτάνησο.Στην Κοζάνη και στην υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα, όπου η Αποκριά ήταν αγροτική στον πυρήνα της, τα αστικά αυτά στοιχεία εισχώρησαν πολύ αργότερα. Αν και ποτέ δεν αποτέλεσαν το βαρύ της πυροβολικό στην πόλη μας, όπου οι Φανοί βασίλευαν σχεδόν …απολυταρχικά, σιγά-σιγά καθιερώθηκαν σαν αναπόσπαστο στοιχείο των εκδηλώσεων και πήραν σημαντική θέση στα δρώμενα της Κυριακής της Μεγάλης Αποκριάς.
Υπάρχουν μαρτυρίες για άτυπες παρελάσεις, για ομάδες δηλαδή μεταμφιεσμένων που παρήλαυναν από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης χωρίς καμιά οργάνωση ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Με πρόθεση να σατιρίσουν κυρίως πρόσωπα και πράγματα ή να αναπαραστήσουν θέματα που εκείνη την εποχή φάνταζαν μακρινά και εξωτικά, διάφορες παρέες Κοζανιτών μεταμφιέζονταν όσο μπορούσαν πιο πειστικά και τριγυρνούσαν στη πόλη αποσπώντας το θαυμασμό και τις ενθουσιώδεις επιδοκιμασίες των συμπολιτών τους.
Τα Κοζανίτικα έθιμα της Αποκριάς
Είναι αδιανόητο σε κάποιο Κοζανίτη να μη μεταμφιεστεί, έστω με μία πρόχειρη μάσκα, και να μη πειράξει ή σατιρίσει.
Κάθε γειτονιά διοργανώνει το δικό της «Φανό». Από τα Φώτα και μετά συγκεντρώνονται καθημερινά, ανταλλάσσουν απόψεις και καταθέτουν ιδέες για να γίνει ο φανός της γειτονιάς τους ο καλύτερος! Και βέβαια φροντίζουν να τηρούν τα έθιμα!
Το τσίκνισμα της Τσικνοπέμπτης
Για την πόλη μας το περίφημο
«τσίκνισμα» πραγματοποιούνταν μέσα από την τσίκνα που αναδύονταν από το
αρτυμένο φαΐ, δηλαδή το κρέας . Παράδοση αγαπημένη η κατανάλωση κρέατος
τη συγκεκριμένη μέρα. Το να κάψει δε μια νοικοκυρά το φαγητό εκείνη την
εποχή,ήταν μεγάλη πολυτέλεια.
Η συνήθεια του ψησίματος στη
σχάρα και του να στήνονται ψησταριές σε όλα τα σημεία και τους δρόμους
της πόλης, επικράτησε τα τελευταία χρόνια.
Η Παρέλαση
Πρόκειται για δύο παρελάσεις που γίνονται τις δύο Κυριακές της Αποκριάς:
Τo πρωί της Κυριακής της Μικρής Αποκριάς κάνει την είσοδο στην πόλη ο Βασιλιάς Καρνάβαλος για να τοποθετηθεί σε περίοπτη θέση στην κεντρική πλατεία.
Η πομπή ξεκινάει από το ψηλότερο σημείο της οδού Παύλου Μελά. Προπορεύεται η φιλαρμονική του Δήμου «ΠΑΝΔΩΡΑ» και την συνοδεύουν τα χορευτικά των παιδικών τμημάτων του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Νομού Κοζάνης καθώς και μαθητές των μεγαλυτέρων τάξεων όλων των Δημοτικών Σχολείων. Ακολουθούν χοροί στην κεντρική Πλατεία με τους ήχους δημοτικών οργάνων.
Η πομπή ξεκινάει από το ψηλότερο σημείο της οδού Παύλου Μελά. Προπορεύεται η φιλαρμονική του Δήμου «ΠΑΝΔΩΡΑ» και την συνοδεύουν τα χορευτικά των παιδικών τμημάτων του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Νομού Κοζάνης καθώς και μαθητές των μεγαλυτέρων τάξεων όλων των Δημοτικών Σχολείων. Ακολουθούν χοροί στην κεντρική Πλατεία με τους ήχους δημοτικών οργάνων.
Την «Τρανή την Απουκρά» η παρέλαση ξεκινάει λίγο μετά το μεσημέρι.
Σ’ αυτή συμμετέχουν με σατιρικά άρματα όλοι
οι Φανοί της Κοζάνης καθώς και διάφοροι Σύλλογοι (οι Πρόσκοποι,
Πολιτιστικοί Σύλλογοι κτλ.).
Στην παρέλαση αυτή σατιρίζονται οι πάντες και τα πάντα με καλή πάντοτε διάθεση:
Η πολιτική κατάσταση, τα Δημοτικά δρώμενα,
τα πρόσωπα της επικαιρότητας και χίλια δύο άλλα που ανακαλύπτει η
ευρηματικότητα των συμμετεχόντων.
Η Συγχώρεση και το δείπνο
Μετά την παρέλαση -που την παρακολουθεί όλη
η οικογένεια- κατευθύνονται στο σπίτι του γεροντότερου μέλους της
οικογένειας (παππού ή μεγαλύτερου θείου). Με την είσοδο στο σπίτι φιλούν
τα χέρια όλων των γεροντότερων λέγοντας:
«Σ’χουρμένα» και οι γεροντότεροι ανταπαντούν με τη φράση «Σ’χουρμένα, Καλή Σαρακοστή!».
Όταν συγκεντρωθεί όλη η οικογένεια η γιαγιά στρώνει το γιορτινό τραπέζι με φαγητά και γλυκά που έχουν βάση το γάλα και τα τυριά.
Τρώνε με βουλιμία τα νόστιμα εδέσματα που συνοδεύονται από κοκκινέλι και στο τέλος γεύονται τον παραδοσιακό μπακλαβά (ή το κανταΐφι σπανιότερα). Μετά πιάνονται στο χορό, με τον γεροντότερο να τραγουδάει ένα δύο αποκριάτικα τραγούδια.
Τρώνε με βουλιμία τα νόστιμα εδέσματα που συνοδεύονται από κοκκινέλι και στο τέλος γεύονται τον παραδοσιακό μπακλαβά (ή το κανταΐφι σπανιότερα). Μετά πιάνονται στο χορό, με τον γεροντότερο να τραγουδάει ένα δύο αποκριάτικα τραγούδια.
Η Χάσκα
Η «Χάσκα» γίνεται στο τέλος της
οικογενειακής συγκέντρωσης. Ο γεροντότερος δένει μία κλωστή στον κλώστη,
στον πλάστη δηλαδή με τον οποίο ανοίγονται τα φύλλα της πίτας, και στην
άλλη άκρη της κλωστής δένεται ένα ξεφλουδισμένο βραστό αυγό. Όλοι
κάθονται οκλαδόν σε κύκλο και από τη μέση ο παππούς κουνάει σαν εκκρεμές
το αυγό μπροστά στα στόματα των μελών της οικογένειας, τα οποία έχουν
«δεμένα» στην πλάτη τα χέρια τους, και προσπαθούν να “χάψουν”, να
δαγκώσουν δηλαδή το αυγό. Η διαδικασία είναι πολύ διασκεδαστική γιατί
δεν είναι εύκολο να δαγκωθεί το αυγό. Όταν συμβεί αυτό βάζουν φωτιά στην
κλωστή και αν καεί ολόκληρη θεωρείται «καλός οιωνός» για την
οικογένεια.
Το έθιμο της «Χάσκας» το επιβάλει η
σαρακοστιανή επιταγή που λέει: «με αυγό κλείνει το στόμα το βράδυ της
Αποκριάς και με αυγό ανοίγει πάλι το βράδυ της Ανάστασης» υπενθυμίζοντας
τη νηστεία που αρχίζει την επομένη και που πρέπει να τηρηθεί στο
μεσοδιάστημα αυτό.
Ο Φανός
Τρία είναι τα κύρια στοιχεία που κάνουν τον Φανό της Κοζάνης ξεχωριστό κατά την Ματίνα Μόμτσιου-Τσικριτζή:
α. Ο συνδυασμός του ανάμματος της φωτιάς με το ιδιότυπο τραγούδι γύρω απ’ αυτήν.
Ενώ σε άλλες πόλεις της Ελλάδας ανάβουν μεγάλες φωτιές στο χώμα για ευχετήριες ή καθαρτήριες τελετές, στην Κοζάνη το άναμμα του φανού συνδυάζεται επί πλέον με την ιδέα της ανατροπής, της αμφισβήτησης ιδεών και ιεραρχίας και την κατάργηση κάθε ορίου που εμπεριέχει η Αποκριά.
β. Η μορφή του Φανού.
Δεν ανάβεται μία τεράστια φωτιά στο χώμα που συνεχώς πρέπει να τροφοδοτείται για να μη σβήσει εύκολα, όπως συμβαίνει σε πολλά μέρη της Ελλάδος. Στην Κοζάνη ανάβεται μία μικρή φωτιά επάνω σε βωμό και απλώς συντηρείται η φλόγα της ώστε να διαρκέσει ώρες ολόκληρες.Η φωτιά είναι το σημείο αναφοράς του Φανού και γύρω από αυτήν εξελίσσονται τα διάφορα δρώμενα.
γ. Η ύπαρξη πολλών Φανών είναι το τρίο στοιχείο στη διαφορετικότητά του.
Δεν ανάβεται μία μεγάλη φωτιά στην πλατεία όπως συμβαίνει αλλού. Στην Κοζάνη υπάρχουν πολλές εστίες στα σταυροδρόμια κάθε γειτονιάς, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στους οικοδεσπότες κάθε Φανού να βάζουν το δικό τους προσωπικό στοιχείο που τους διαφοροποιεί από τους άλλους. Επιτρέπεται έτσι και στον επισκέπτη η μετάβαση από Φανό σε Φανό, η εναλλαγή και η “ανανέωση” του να ρίχνεται συνεχώς και σε ένα καινούργιο ξεφάντωμα.
Β. Τι είναι ο Φανός
Είναι μια γιορτή με λατρευτικό αλλά και ανατρεπτικό χαρακτήρα που στήνεται γύρω από ένα βωμό στον οποίο η φωτιά καίει όλη τη νύχτα και γίνεται το βράδυ της «Τρανής της Απουκράς» όταν το κέφι έχει φτάσει στα ύψη.
Γύρω από τη φωτιά σχηματίζεται ένας κύκλος με επικεφαλής τον κορυφαίο τραγουδιστή, ο οποίος τραγουδάει πρώτος και μόνος του τα αποκριάτικα τραγούδια ακολουθούμενος από το χορό που στη συνέχεια επαναλαμβάνει ομαδικά και με τον ίδιο τρόπο τον στίχο.
Η εκδήλωση πραγματοποιείται σε συγκεκριμένα μέρη της Κοζάνης που συνήθως είναι τα σταυροδρόμια κάθε γειτονιάς. Είναι καλά οργανωμένη από τους κατοίκους της γειτονιάς και ο καθένας αναλαμβάνει από μία αποστολή: το κέρασμα, την τροφοδοσία, το τραγούδι κτλ. Ο εθελοντισμός στην πλήρη αποθέωσή του!
Γ. Ο Φανός παλαιότερα
Την Κυριακή της μικρής Αποκριάς τα παιδιά της γειτονιάς κρατώντας ένα τσίγκινο πιάτο στέκονταν στην έξοδο των εκκλησιών, στα σταυροδρόμια ή τις βρύσες και προκαλούσαν τους περαστικούς : «Ό,τι έχετε ευχαρίστηση για το φανό μας!».
Όλοι έδιναν με ευχαρίστηση! Τα χρήματα που συγκεντρώνονταν προορίζονταν για την αγορά δαδιού για το άναμμα του Φανού.
Οι νοικοκυρές της γειτονιάς ετοίμαζαν τα κεράσματα: κιχιά, μεζέδες και γλυκίσματα για να τα προσφέρουν στους παρευρισκόμενους. Οι άνδρες ετοίμαζαν το κρασί που θα έπιναν και θα κερνούσαν στο Φανό. Το πρωί επισκέπτονταν τα κοσμικά κέντρα της εποχής και μάζευαν τις πεταγμένες σερπαντίνες. Αυτές τις έκαναν μεγάλες φούντες που τις έδεναν σε δυνατό σχοινί το οποίο στερέωναν σε μπαλκόνια, δέντρα ή κολώνες γύρω από το Φανό διακοσμώντας τον. Στο κέντρο του σταυροδρομιού έχτιζαν μία ξηρολιθιά ύψους ενός μέτρου περίπου και στο κέντρο τοποθετούσαν μια σιδερένια απλάδα όπου θα έκαιγε το δαδί.
Δ. Ο Φανός σήμερα
Ο Φανός ακόμη και σήμερα διατηρεί τα πατροπαράδοτα στοιχεία αλλά έχει προσαρμοστεί στη σύγχρονη εποχή.
Επιστρατεύονται τα ηχοσυστήματα, οι μπάντες με τα χάλκινα και τα κλαρίνα, τα κεράσματα (κρασί, κιχιά κλπ )είναι του εμπορίου δεν γίνεται πλέον έρανος αφού ο Δήμος και οι υπόλοιποι φορείς αναλαμβάνουν το οικονομικό κόστος. Αλλά πάλι, σε κάθε γειτονιά, υπάρχουν οργανωμένες ομάδες που δραστηριοποιούνται από των Φώτων και μετά και αναλαμβάνουν τη διακόσμηση του Φανού, την κατασκευή του άρματος, την εξεύρεση καλής ορχήστρας χάλκινων και ότι τέλος πάντων θα βοηθήσει ώστε ο Φανός της γειτονιάς τους να είναι ο καλύτερος!
Ε. Το σβήσιμο του Φανού
Το γλέντι είναι ατελείωτο. Αρχίζει με το πρώτο σκοτάδι και τελειώνει μόνο όταν τελειώσει το κρασί ή σωθούν τα ξύλα και αραιώσει ο κόσμος. Είτε από τη γενναία κρασοκατάνυξη, είτε από το δυνατό κρύο. Τότε σβήνει και ο φανός. Η παράδοση επιβάλλει:
«του Φανό πρέπ’ να σβήσν’
πρώτα αφού τουν κατουρίσν!»…
Η συνέχεια εδώ:
http://www.giapraki.com/30282-i-apokria-stin-kozani
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου