Ο Ιερός Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Νικολάου
στην κεντρική πλατεία της Κοζάνης,συμπληρώνει πλέον 3,5 αιώνες ζωής. Το
καμπαναριό της εκκλησίας είναι πλέον το σήμα κατατεθέν της πόλης,
σημείο αναφοράς και συνάντησης κατοίκων και ξένων και κοσμεί σήμερα κάθε
τι που αναφέρεται στην ιστορία και στην πορεία της Κοζάνης στο χώρο και
στο χρόνο.
Η ημέρα της γιορτής του αγίου (6 Δεκεμβρίου) είναι γενική αργία για την πόλη.
Δημοτικά και ιδιωτικά καταστήματα, όπως και σχολεία και δημόσιες
υπηρεσίες παραμένουν κλειστά, δίνοντας στη μέρα εκείνη μια εντύπωση
Κυριακής.Το προηγούμενο απόγευμα τελείται στον ιερό ναό πανηγυρικός μέγας εσπερινός και την ημέρα της γιορτής, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της Θείας Λειτουργίας, πραγματοποιείται η περιφορά της εικόνας του Αγίου Νικολάου στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, συνοδεία πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, της ΠΑΝΔΩΡΑΣ και της μουσικής του στρατού, ταγμάτων της τοπικής εφορίας οδηγών και προσκόπων και φυσικά πλήθους κόσμου, που γεμίζει ασφυκτικά και από νωρίς τους κεντρικούς δρόμους της πόλης για να συμμετάσχει στην περιφορά της εικόνας του προστάτη αγίου του. Θα πρέπει να υπάρχει κάποιος πολύ σοβαρός λόγος, συνήθως ασθένεια και μάλιστα σοβαρή, για να μη παρευρίσκεται κάποιος στην περιφορά.
Από την ημέρα καθιέρωσης του Αγίου Νικολάου σε πολιούχου της Κοζάνης δεν υπήρξε ούτε μία χρονιά που να μην πραγματοποιηθεί η περιφορά της εικόνας την ημέρα της γιορτής του Αγίου Νικολάου. Κι επειδή εκείνες τις μέρες κάνει κρύο και ρίχνει συνήθως το πρώτο χιόνι του χειμώνα -ούτε αυτό εμποδίζει τον άγιο να τριγυρίσει και να ευλογήσει τους δρόμους της πόλης του- οι γιαγιάδες λένε στα εγγονάκια τους ότι σήμερα χιονίζει γιατί «ο Άι-Νικόλας χτενίζει τα γένια του».
Η επιλογή του Αγίου Νικολάου ως προστάτη του νέου ναού ήτανε μία προσωπική επιλογή του Κοζανίτη άρχοντα Χαρίση Τράντα, ο οποίος επιστρέφοντας από τη Ρωσία, όπου επί χρόνια ζούσε δίπλα σε κάποιο ευκατάστατο θείο του, ο οποίος τον έχρισε γενικό κληρονόμο του, μαζί με το φιρμάνι της άδειας ανέγερσης του νέου ιερού ναού, έφερε μαζί του και κάποιες από τις εκεί συνήθειες.
Ο Άγιος Νικόλαος, θαλασσινός άγιος για τους Έλληνες και την Ορθόδοξη παράδοση, είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους ορθοδόξους της Ρωσίας. Ακολουθώντας την παράδοση αυτή ο Τράντας τον επέλεξε και σαν προστάτη άγιο της πόλης του κι ας μην είχε εδώ θαλασσινούς να προστατέψει.
Η οικοδόμηση του ιερού ναού
του Αγίου Νικολάου ξεκίνησε το 1664, πριν ακόμα μεταφερθεί η έδρα της
Επισκοπής από τα Σέρβια στην Κοζάνη (αυτό τελικά συνέβη το 1745), με
πρωτοβουλία του Τράντα, ο οποίος πάσχισε πολύ για την καλοποίηση της
πόλης. Κατασκεύασε βρύσες σε διάφορα σημεία του οικισμού, φύτεψε
αιωνόβια πλατάνια και έφτιαξε σκεπαστή αγορά. Είχε προηγηθεί, πάλι με
ενέργειες του Τράντα, το όνομα του οποίου φέρει σήμερα ένας από τους
μεγαλύτερους και κεντρικότερους δρόμους της πόλης, η ανακήρυξη της
Κοζάνης σε «μαλικιανέ», πέρασε δηλαδή στη δικαιοδοσία της μητέρας του
Σουλτάνου και μάλλον στο πλαίσιο αυτών των προνομίων της παραχωρήθηκε
από την Υψηλή Πύλη και η άδεια οικοδόμησης του νέου ιερού ναού.
Μία παράδοση ότι στην ίδια θέση υπήρχε παλαιότερος ναός, που
κατεδαφίστηκε κάποια στιγμή το 17ο αιώνα για να χτιστεί στη θέση του η
νέα εκκλησία, δεν επιβεβαιώνεται. Η ανέγερση του νέου ναού αποφασίστηκε
εξαιτίας της αύξησης του μεγέθους της πόλης και του αριθμού των κατοίκων
της. Άλλωστε, η θέση που επιλέχτηκε για την κατασκευή της νέας
εκκλησίας ήταν και τότε όπως και τώρα στο κέντρο του οικισμού, άρα
εύκολα προσβάσιμη στους πιστούς, που βοήθησαν ποικιλοτρόπως, όπως ο
καθένας μπορούσε, με χρήματα ή και προσωπική εργασία στην κατασκευή του
Αγίου Νικολάου. Τα χρόνια επέβαλλαν οι εκκλησίες να μη τραβούν την
προσοχή του κατακτητή, όσα προνόμια κι αν είχαν οι πόλεις, γι αυτό κι ο
Άγιος Νικόλαος χτίστηκε χαμηλά και στην αρχή τουλάχιστον χωρίς
κωδωνοστάσιο.
Το 1721, με νέο φιρμάνι που εξασφαλίζουν από
την Υψηλή Πύλη, ο ναός ανακαινίζεται εκ βάθρων (πιθανόν να
κατεδαφίστηκε και να χτίστηκε ξανά όλη η εκκλησία) και οι εργασίες
ολοκληρώνονται το 1730, επί Επισκόπου Ζαχαρίου, με την αγιογράφηση του
ιερού ναού, έργο των Γιαννιωτών αδελφών Νικολάου και Θεοδώρου και μέχρι
το 1747 με 1750 ολοκληρώνονται και τοποθετούνται το ιερό τέμπλο κι όλα
τα υπόλοιπα ξυλόγλυπτα μέρη του ιερού ναού.
Κατά μία πληροφορία αγιογράφος του τμήματος
αυτού ήταν ένας λαϊκός αγιογράφος από τη Σαμαρίνα. Όλα σχεδόν τα
ξυλόγλυπτα καλύπτονται από λεπτό φύλλο χρυσού, ενώ τα φωτοστέφανα των
κεντρικών μορφών των τοιχογραφιών καλύπτονται από μονοκόμματες χρυσές
πλάκες. Οι τοιχογραφίες του γυναικωνίτη είναι μεταγενέστερες και άλλης
τεχνοτροπίας, γεγονός που επιβεβαιώνει την πληροφορία ότι ο γυναικωνίτης
χτίστηκε κάποια χρόνια αργότερα από τον κεντρικό ναό.
Άδεια ανέγερσης κωδωνοστασίου δόθηκε το 1728 επί Σου Αχμέτ Γ΄ για να
αποκτήσει η εκκλησία «σήμαντρα σιδερένια και ξύλινα». Μέχρι τότε οι
πιστοί καλούνταν στις θείες λειτουργίες από το νεωκόρο ή ειδικό κράχτη.Προγενέστερα και για σύντομο χρονικό διάστημα είχε επιτραπεί η κωδωνοκρουσία, ο ήχος όμως από τις καμπάνες ενοχλούσε τους μουσουλμάνους κατοίκους των τριγύρω από την πόλη χωριών, που ζήτησαν και πέτυχαν την απαγόρευση της.
Κι επειδή ο ναός ήταν χαμηλός και σχεδόν αθέατος από μακρινή απόσταση, οι Κοζανίτες, με τη νέα άδεια στα χέρια τους, αποφασίζουν να χτίσουν ένα ψηλό και επιβλητικό καμπαναριό, τετράγωνο, εμβαδού 42 m2, με προσανατολισμό τέτοιο ώστε κάθε μία από τις τέσσερις πλευρές του να αντιστοιχεί σ ένα από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, με 6 ορόφους και 26 μέτρα ύψος, για την εποχή του πύργος σωστός, από τον κάλφα (=πρωτομάστορα) Ανδρέα (από τη Σέλτσα = Εράτυρα του Βοΐου), όπως μαρτυρεί και η επιγραφή στον ανατολικό τοίχο του ισογείου, πάνω και δεξιά.
Το καμπαναριό, που είναι από τότε και μέχρι
σήμερα «εμφανές σημείο» και σήμα κατατεθέν της Κοζάνης και δεν τάραξαν
ούτε ο μεγάλος πόλεμος, ούτε ο βομβαρδισμός του 1941, που ισοπέδωσε
γειτονιές ολόκληρες της πόλης, ούτε ο μεγάλος σεισμός του 1995.
Το πρώτο μέρος του κωδωνοστασίου χτίστηκε, όπως βεβαιώνουν και οι
εγγράμματες αναφορές στις τέσσερις όψεις του, το 1855 και στην κορυφή
του τρούλου, αντί σταυρού (που απαγορευόταν, αν και οι Κοζανίτες στην
αρχή προσπάθησαν να παραβλέψουν την απαγόρευση και για λίγο καιρό το
πέτυχαν2) τοποθέτησαν ένα μεταλλικό περιστέρι με ανοιχτές φτερούγες, που
από μακριά έδινε την εντύπωση σταυρού. Το πρώτο ρολόι, μιας μόνο όψεως,
ήταν δωρεά του Ηλία Κουτσιμάνη και τοποθετήθηκε στην ανατολική πλευρά
του κωδωνοστασίου κάποια στιγμή πριν το 1867 (χρονιά θανάτου του δωρητή
του).
Το 1939 προστέθηκε ο έβδομος όροφος και
τοποθετήθηκε το νέο ρολόι τεσσάρων όψεων, δωρεά του Κωνσταντίνου
Μαμάτσιου3, άξιου τέκνου και μεγάλου ευεργέτη της πόλης. Από τότε οι
Κοζανίτες χαριτολογώντας ονομάζουν το ρολόι τους «Μαμάτσιο», το όνομα
δηλαδή του δωρητή του και περιμένουν με αγωνία, αλλά και αγαλλίαση κάθε
χτύπημά του.
Συχνά κατά τη διάρκεια όλων των χρόνων της λειτουργίας του, φιλοξενώντας βασιλιάδες και σπουδαίους πολιτικούς και πνευματικούς ηγέτες, ο Ιερός Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Νικολάου έγειρε πολλές συζητήσεις περί αντικατάστασης ή έστω επιδιόρθωσής του. Πολλές φορές κατά τη διάρκεια των χρόνων της Τουρκοκρατίας, με ευθείς ή πλάγιους τις πιο πολλές φορές τρόπους, η Κοζάνη κατάφερε να εξασφαλίσει από την Υψηλή Πύλη άδειες για την επισκευή της εκκλησίας, αποβλέποντας κυρίως στην κατεδάφιση της παλιάς και στην ανέγερση καινούργιας, συζητήσεις που συνεχίστηκαν και μετά το 1912 και την απελευθέρωση της Κοζάνης. Στις 6 Νοεμβρίου 1926 ο ναός κηρύχτηκε αρχαιολογικό διατηρητέο μνημείο, οπότε κάθε σκέψη για κατεδάφιση και εκ νέου ανέγερση του δεν μπορούσε πλέον να πραγματοποιηθεί.
Ωστόσο οι σκέψεις δημιουργίας νέου ναού συνεχίστηκαν και μετά το 1926, κυρίως λόγω του χαμηλού της εκκλησίας και του σκοτεινού εσωτερικού χώρου, που ταλαιπωρούσε τους ιερείς κατά την εξάσκηση των ιερών καθηκόντων τους. Οι προσπάθειες αυτές έφτασαν σε ένα τελικό στάδιο το 1961 επί Μητροπολίτου Διονυσίου Ψαριανού (1958-1998) και το έργο ανέγερσης του νέου ναού «υπέρθεν του παλαιού ναού» επρόκειτο να ξεκινήσει το 1970, δεν πραγματοποιήθηκε όμως ποτέ, γιατί μερίδα Κοζανιτών διαφώνησε, κυρίως για την τύχη του καμπαναριού, διότι το πρόπλασμα που
είχε εκτεθεί προέβλεπε την κατεδάφισή του και την ανέγερση νέου, μικρότερου στο βορειοδυτικό άκρο του ναού. Το 1986 πραγματοποιήθηκε η αποξήλωση, ο καθαρισμός και η κατασκευή νέας στέγης και ο καθαρισμός των τοιχογραφιών, που είχανε μαυρίσει από τα χρόνια και τους καπνούς των κεριών, που μέχρι πρόσφατα οι πιστοί άναβαν μέσα στο ιερό ναό κι όχι στον πρόναο, όπως σήμερα συνηθίζεται. Η αποκατάσταση του καμπαναριού άρχισε το 1995 με την ευθύνη του Δήμου Κοζάνης και ολοκληρώθηκε κατά ευτυχή συγκυρία λίγο πριν τον καταστροφικό και απρόσμενο για την περιοχή μας μεγάλο σεισμό των 6,6 R της 13ης Μαΐου 1995.
Ο
Άγιος Νικόλαος αναγνωρίσθηκε ως πολιούχος της πόλης της Κοζάνης με το
Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Απριλίου 1953 και φέρει όλα αυτά τα χρόνια της
συνύπαρξής μας τον τίτλο του στοργικού παππούλη της Κοζάνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου